‘Απαιτούμε, δεν επαιτούμε τις γερμανικές οφειλές’

                                                                     (Μ. Γλέζος)

Η χώρα μας αντιμετωπίστηκε στο πλαίσιο του ναζιστικού «ολοκληρωτικού πολέμου», όχι ως «σταθμός της Βέρμαχτ» αλλά ως «το νότιο προπύργιο του Γ΄ Ράιχ» – σύμφωνα με γερμανική έκθεση. Έτσι η ελληνική επικράτεια μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, στο οποίο εφαρμόστηκε η τακτική της «καμένης γης» εις βάρος του άμαχου πληθυσμού, μπροστά στην ανάπτυξη ενός μεγαλειώδους κινήματος ένοπλης αντίστασης από τον «απείθαρχο» και «ανώριμο» κατά τους κατακτητές ελληνικό λαό.

Μετά το τέλος του πολέμου, οι ηγέτες των Συμμάχων δεν εφείδοντο ύμνων για τη συμβολή της Ελλάδας και της απαράμιλλης Αντιφασιστικής Αντίστασης στην ήττα του Άξονα. Όταν, όμως,  επέστη η ώρα των αποφάσεων για το ύψος των επανορθωτικών οφειλών που θα κατέβαλλε στην Ελλάδα ο διάδοχος του ηττημένου Γ΄ Ράιχ, όλες αυτές οι μεγαλοστομίες ξεχάστηκαν ή δεν είχαν ουσιαστικό αντίκρισμα.

Ακόμα και οι επανορθώσεις που συμφώνησε αρχικά να λάβει η Ελλάδα η Διασυμμαχική Επιτροπή στο Παρίσι το 1946, εκτός του ότι ήταν δυσανάλογα μικρές σε σχέση με το μέγεθος των καταστροφών που υπέστη, μειώθηκαν ακόμη περισσότερο με τη συναίνεση της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και των Η.Π.Α. οι οποίες  έλαβαν τη μερίδα του λέοντος σε αγαθά και αξίες αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Το χειρότερο, το 1953 με το περίφημο άρθρο 5 του Συμφώνου του Λονδίνου, οι γερμανικές οφειλές παραπέμφθηκαν ουσιαστικά στις καλένδες, αφού πλέον βασικός στόχος του δυτικού στρατοπέδου ήταν η δημιουργία μιας ισχυρής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ώστε να αποτελέσει «ανάχωμα» στο «σοβιετικό επεκτατισμό» – κατά την ψυχροπολεμική ρητορική.

Ταυτόχρονα οι νέοι Γερμανοί κυβερνώντες προσπαθούσαν να αποδράσουν από την ηθική και οικονομική ομηρεία του ναζιστικού παρελθόντος με στρατηγικές που απωθούσαν, εξασθένιζαν ή ακόμη και εκκαθάριζαν σιωπηλά τις φρικιαστικές μνήμες του πολέμου, ώστε να απεκδυθούν της ευθύνης τους να αποκαταστήσουν ηθικά και υλικά «τους αντιπάλους τους στον τελευταίο πόλεμο». όταν θα λάμβανε χώρα η συνομολογημένη επανένωση της Γερμανίας.

Στη διαχρονική αυτή προσπάθεια των γερμανικών κυβερνήσεων να σωφρονίσουν τις μη «μη ορθές πολιτικά» μνήμες από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ώστε να αποφύγουν τις πρακτικές τους επιπτώσεις, εντάσσεται και η εντεινόμενη δραστηριότητα διαφόρων ιδρυμάτων «διαχείρισης της μνήμης» (sic), που, ενώ αναγνωρίζουν την ανάγκη να διδαχθεί η σύγχρονη Γερμανία από τα εγκλήματα των Ναζί, θεωρούν ότι «με τιςαποζημιώσεις θα ανοίξει το κουτί της Πανδώρας»!

 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ελληνικός λαός, χωρίς λογικές ρεβανσισμού και συλλογικής ευθύνης, έδειξε τη μεγαλοψυχία του απέναντι στην ηττημένη Γερμανία, βάζοντας την υπογραφή του στη Συνθήκη του Λονδίνου (1953) για τα εξωτερικά γερμανικά χρέη, η οποία έθετε σε moratorium τις απαιτήσεις για πολεμικές επανορθώσεις μέχρι την υπογραφή συνθήκης ειρήνης ή την επίλυση του θέματος των δύο, τότε, Γερμανιών.

Στις 03.10.2010 η ενιαία πλέον Γερμανίαεξόφλησε τις χρηματικές της υποχρεώσεις, στις προθεσμίες τη Συνθήκης του Λονδίνου. Επομένως, κατέστη ληξιπρόθεσμη η υποχρέωση εξέτασης των απαιτήσεων για επανορθώσεις στο πλαίσιο της τελικής και καθολικής ρύθμισής τους.

Επιπλέον, σύμφωνα με την από 6-2-2014  απάντηση της Επιστημονικής Επιτροπής της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής σε κοινοβουλευτική ερώτηση του DieLinke δεν υπάρχει «επίσημη, οριστική παραίτηση της ελληνικής κυβέρνησης από την άσκηση αξιώσεων της χώρας για επανορθώσεις». Μελανή εξαίρεση η επτάχρονη δικτατορία: στις 15 Νοεμβρίου 1967 καταψήφισε ψήφισμα του ΟΗΕ, σύμφωνα με το οποίο δεν παραγράφονται τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

 

Να θυμίσουμε, επίσης, ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ στις 27/4/2017 – μέρα κατάληψης της Αθήνας από τα ναζιστικά στρατεύματα το 1941– με κοινή δήλωσής της  αποκατέστησε την τιμή της Ελληνικής Δημοκρατίας που είχε διασύρει η χούντα ψηφίζοντας στον ΟΗΕ υπέρ της παραγραφής των ναζιστικών εγκλημάτων.

 

Το πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής (ΔΚΕ)

Στις 27.7.2016 η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών εξέδωσε, κατά πλειοψηφία, το πόρισμα-έκθεσή της, προτείνοντας ταυτόχρονα έναν ολοκληρωμένο «οδικό χάρτη», πολιτικών-διπλωματικών και νομικών ενεργειών για τη διεκδίκηση των ελληνικών αξιώσεων επανόρθωσης.

Στη συνέχεια, με μεγάλη, δυστυχώς, καθυστέρηση, λόγω των μνημονιακών δεσμών της χώρας, η έκθεση-πόρισμα της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής συζητήθηκεστις 17.4.2019 στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία υιοθέτησε και σχετική απόφαση που καλούσε την κυβέρνηση να ξεκινήσει τη διεκδίκηση.

Εφαρμόζοντας την παραπάνω απόφαση της Βουλής, η ελληνική κυβέρνηση στις 4.6.2019, απηύθυνε ρηματική διακοίνωση προς τη γερμανική, εγείροντας τις αξιώσεις της για τις διακρατικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τους λεηλατημένους πολιτιστικούς θησαυρούς και τις επανορθωτικές αξιώσεις των άμαχων Ελλήνων πολιτών-θυμάτων του Γ’ Ράιχ. Η απάντηση ήταν ‘κλασική’ πλέον άρνηση της ΟΔΓ για οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.

Στο μεσοδιάστημα αυτό, με κινήσεις συμβολικές αλλά και ουσιαστικές, έχει εκφραστεί επανειλημμένα η αφοσίωση της χώρας μας στον αγώνα της διεκδίκησης. Τόσο ο Προέδρος της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλος όσο και ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αλλά και ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, επαναλάμβαναν, σχεδόν στερεότυπα, προς κορυφαίους Γερμανούς ιθύνοντες ότι οι ελληνικές αξιώσεις είναι τουλάχιστον νομικά ενεργές και δικαστικά επιδιώξιμες.

 

Σε πρακτικό επίπεδο, το έργο της Επιτροπής έτυχε ρητής αναφοράς στην αιτιολογική έκθεση του νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που κατάργησε το υπέρογκο-αντισυνταγματικό δικαστικό ένσημο για τις αναγνωριστικές αγωγές και των θυμάτων της Κατοχής,  που δυστυχώς επανέφερε η κυβέρνηση της ΝΔ από 1/1/2020.

 

Η οικονομική και νομική τεκμηρίωση του Πορίσματος στηρίχθηκε στην από 30 Δεκεμβρίου 2014 Έκθεση της Ειδικής Επιτροπής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) και στο από 31 Ιανουαρίου 2014 Πόρισμα της Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) αντίστοιχα.

 

Οι διεκδικήσεις μας αποτελούν ένα αδιάσπαστο σύνολο, παρά τις επιμέρους ποιοτικές διαφορές, και δεν «σαλαμοποιούνται». Το σύνολο αυτό καθορίστηκε από την πρώτη Κοινοβουλευτική Επιτροπή Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας που συστήθηκε με απόφαση της Βουλής στις 27 Φεβρουαρίου 2014, με εμπνευστή και εμψυχωτή τον Μανώλη Γλέζο, και περιλαμβάνει: τις πολεμικές αποζημιώσεις, την αποπληρωμή του Κατοχικού Δανείου, την αποζημίωση των θυμάτων και την επιστροφή των λεηλατημένων αρχαιολογικών θησαυρών, καθώς και των κλεμμένων εκκλησιαστικών κειμηλίων από τις βουλγαρικές δυνάμεις  κατοχής.

Για τον ειδικότερο ποσοτικό προσδιορισμό των αξιώσεών μας,  συνοπτικά αναφέρουμε ότι:

Για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο: Με βάση το Γ.Λ.Κ. η απαίτηση αυτή ανερχόταν σε 9.189.270.837 ευρώ την 31-12-2014. Η «Συμφωνία του Λονδίνου περί εξωτερικών γερμανικών χρεών» (1953) προβλέπει αναβολή και δεν θέτει ζήτημα ανυπαρξίας ή αποδυνάμωσης ή παραγραφής της απαίτησης αυτής. Να σημειώσουμε ότι η Γερμανία, έως και το 1986, εξοφλούσε ελληνικές απαιτήσεις από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: Το Γ.Λ.Κ. προσδιόρισε ότι το σύνολο του υπολοίπου των καθαρών απαιτήσεων μας έναντι της Γερμανίας ανερχόταν την 31-12-2014 σε 269.547.005.854 ευρώ.     

Σημειωτέονότι οι ανωτέρω προσδιορισμοί ΔΕΝ καλύπτουν αποζημιώσεις για ανθρώπινες απώλειες.

Επίσης, ότι ο προσδιορισμός βάσει της Διάσκεψης των Παρισίωνto 1946ΔΕΝ περιλαμβάνει τις απαιτήσεις για αποζημιώσεις:

α) από τη βύθιση εμπορικών πλοίων, β) από την κλοπή χρυσού, γ) από τη διαρπαγή χρυσού ιδιωτών, δ) για την καταστροφή ιδιωτικών περιουσιών, ε) για αφαιρεθέντα καπνά,  στ) για αποθετικές ζημίες.

Η Ειδική Επιτροπή του ΓΛ Κ αξιοποίησε στην Έκθεσή της δύο προσεγγίσεις για τον προσδιορισμό των αποζημιώσεων με βάση τον αριθμό των θυμάτων.

Κατά την πρώτη προσέγγιση τα θύματα μόνον από πολεμικές ενέργειες ή εγκλεισμούς σε στρατόπεδα και φυλακές είναι περίπου 120.000. Με μια μέση αποζημίωση 15 ανθρωποετών, με μέσο μηνιαίο μισθό 700 ευρώ, οι αξιώσεις για αποζημίωση από την αιτία αυτή ανέρχεται σε 15.120.000.000 ευρώ. Στο ποσό αυτό προστίθενται και οι αποζημιώσεις για αναπηρία από πολεμικές ενέργειες ή εγκλεισμούς σε στρατόπεδα και φυλακές, υπολογιζόμενες σε 7.000.000.000 ευρώ. Συνολικά, δηλαδή, ανέρχονται στο ποσόν των 22.120.000.000 ευρώ – χωρίς να υπολογίζονται οι τόκοι.

Η δεύτερη προσέγγιση δέχεται το σύνολο του αριθμού των θανόντων και των αναπήρων από κάθε αιτία στην περίοδο της Κατοχής, όπως προσδιορίσθηκαν στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων το 1946. Δηλαδή, σύνολο ατόμων 1.438.000, από τα οποία 558.000 θανόντες και 880.000 ανάπηροι. Με μια μέση αποζημίωση 15 ανθρωποετών για κάθε θανόντα και 5 ετών για κάθε ανάπηρο, με μέσο μηνιαίο μισθό 700 ευρώ, οι αξιώσεις για αποζημίωση από την αιτία αυτή ανέρχονται σε 107.268.000.000 ευρώ-χωρίς να υπολογίζονται οι τόκοι.

Σημειωτέον ότι εκκρεμούν ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων ατομικές ή ομαδικές αγωγές χιλιάδων Ελλήνων πολιτών, των οποίων το Υπουργείο Εσωτερικών διαθέτει όλα τα απαραίτητα στοιχεία από την ανθρωπιστική καταστροφή που υπέστη η χώρα, ώστε να προσδιοριστούν με την απαραίτητη ακρίβεια οι ιδιωτικές αξιώσεις.

Οι αποκλίσεις ανάμεσα στους διάφορους τρόπους υπολογισμού των γερμανικών οφειλών δεν πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να αντιμετωπιστούν ανταγωνιστικά ή –το χειρότερο– με λογικές πλειοδοσίας. Η Επιτροπή, ως όργανο του Ελληνικού Κοινοβουλίου, είχε από την πρώτη στιγμή συμφωνήσει να στηρίξει τις εκτιμήσεις της κατ’ αποκλειστικότητα σε δημόσια έγγραφα.

Σχετικό είναι και το ζήτημα της παραγραφής των ελληνικών απαιτήσεων από πλευράς Διεθνούς Δικαίου.Στη Σύμβαση της Χάγης του έτους 1907 δεν υπάρχει πρόβλεψη για παραγραφή αξιώσεων, που στηρίζονται στη διεθνή ευθύνη του κατέχοντος κράτους. Περαιτέρω, υπάρχουν πολλά παραδείγματα διεθνών συμφωνιών για τη ρύθμιση διαφορών που παρέμειναν εκκρεμείς για μεγάλα χρονικά διαστήματα, χωρίς να τίθεται ζήτημα παραγραφής.

Σύμφωνα με τους γερμανικούς ισχυρισμούς το γεγονός η Συμφωνίας2+4 για την επανένωση των δύο Γερμανιών, κάνει ανεφάρμοστες τις διατάξεις της Συνθήκης του Λονδίνου (1953) και διαγράφει ή αποδυναμώνει τις αξιώσεις επανορθώσεων που δεν είχαν ικανοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας αυτής.

Η Ελλάδα όμως δεν ήταν συμβαλλόμενο κράτος στην Συμφωνία 2+4, δεν την υπέγραψε, δεν την επικύρωσε και ουδέποτε αποδέχθηκε ότι έχει ανατρεπτικά αποτελέσματα σε σχέση με τις αξιώσεις μας. Αντίθετα με τη ρηματική διακοίνωση του 1995 κατέστησε σαφές πως η επανένωση των Γερμανιών οδήγησε στην άρση του moratorium του Λονδίνου (1953) και ότι η Συμφωνία 2+4 δεν έχει κανέναν αντίκτυπο στις αξιώσεις για πολεμικές επανορθώσεις οποιουδήποτε κράτους.

Ως προς τις δυνατότητες δικαστικής διεκδίκησης, το πόρισμα της ΔΚΕ καταγράφει τις ακόλουθες προτάσεις-επισημάνσεις:

Η Ελλάδα μπορεί να προσφύγει:

          α. Ως προς τις διακρατικές αξιώσεις

  1. i. Στο Διαιτητικό Δικαστήριο του άρθρου 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου το 1953:
  2. ii. Στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης:

iii. Στα εθνικά δικαστήρια: 

Η προσφυγή στα εθνικά δικαστήρια προσκρούει σήμερα στο ζήτημα της ετεροδικίας.

      β. Ως προς τις ιδιωτικές αξιώσεις.

Η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να προσφύγει ως εκπρόσωπος των ιδιωτών – υπηκόων της:

1) Στο Διαιτητικό Δικαστήριο του άρθρου 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου το 1953:

2) Στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης:

3) Στα εθνικά δικαστήρια

 

Το ζήτημα της ‘ετεροδικίας’

 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα διατηρεί ακόμα σε ισχύ το αντισυνταγματικό άρθρο 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας – κατάλοιπο της δικτατορίας του Μεταξά – σύμφωνα με την οποία η αναγκαστική εκτέλεση εναντίον αλλοδαπού Δημοσίου απαιτεί την άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Αντίθετα, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας, με την 21995/4-9-2019 απόφασή του απέρριψε την προσφυγή των γερμανικών κρατικών σιδηροδρόμων (DB) – που ζητούσαν να μην κατασχεθούν οι εισπράξεις της θυγατρικής τους στην Ιταλία, ώστε να αποζημιωθούν τα θύματα του Διστόμου.

Ταυτόχρονα όμως η Ιταλία, αντιφάσκοντας προς τον εαυτό της, επικαλέστηκε την ‘ετεροδικία‘, προκειμένου  το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Λάρισας να απορρίψει τον περασμένο Οκτώβριο την αγωγή αποζημίωσης που κατέθεσε ο ‘ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ ΔΟΜΕΝΙΚΟΥ’  για την εξόντωση 140 κατοίκων του μαρτυρικού χωριού από τα φασιστικά στρατεύματα κατοχής στις 16/2/1943.

 

Η ιταλική ‘τορπίλη’

 

Μάλιστα ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, προκειμένου να εμποδίσει την έκδοση δικαστικών αποφάσεων κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού Δημοσίου στην Ιταλία, ώστε να αποζημιωθούν τα θύματα του ναζισμού, υπέγραψε στις 30/4/2022 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία ιδρύεται Ειδικό Ταμείο Αποκατάστασης Ιταλών Θυμάτων του Γ΄ Ράιχ στο διάστημα 1/9/1939-8/5/1945. Το Ταμείο αφορά αποκλειστικά Ιταλούς που διέπραξαν διεθνή ποινικά αδικήματα εντός ή εκτός της ιταλικής επικράτειας.

Το Ταμείο θα χρηματοδοτηθεί με 20.000.000 Ε για το 2023 και με 11.808.000 Ε για τα έτη 2024-2026. Τα χρήματα αυτά δεν θα προέλθουν από τη Γερμανία, αλλά από το μερίδιο της Ιταλίας στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Δηλαδή οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα πληρώσουμε αδιακρίτως για τα ναζιστικά εγκλήματα, τη στιγμή μάλιστα που η ΟΔΓ προχωρεί σε κολοσσιαίους εξοπλισμούς!

Στο πλαίσιο της διεθνοποίησης των διεκδικήσεών μας, η ΚΔΕ πρότεινε:

– τη Σύσταση Επιτροπής για την Προώθηση των Διεκδικήσεών μας, αποτελούμενη από βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς και νομικούς επιστήμονες, εκπροσώπους αντιστασιακών οργανώσεων, μέλη των Ενώσεων Θυμάτων Κατοχής, του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών 1940-1945 και του Ε.Σ.Δ.Ο.Γ.Ε.

– Ενίσχυση της δικτύωσης – συντονισμού των Ενώσεων Θυμάτων με το Δίκτυο Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών1940-1945 , στον αγώνα της διεκδίκησης. Υποστήριξη με όλα τα νόμιμα μέσα των Ενώσεων Θυμάτων.

– Προώθηση συνεργειών με τις ομάδες Γερμανών νομικών, ιστορικών, συνταγματολόγων και γερμανικών οργανώσεων, ευαίσθητων στα θέματα απόδοσης δικαιοσύνης, κ.λπ., που πραγματοποιούν ένα πολυμέτωπο και πολύχρονο αγώνα για τη διεκδίκηση των οφειλών.

– Διεθνοποίηση των διεκδικήσεών μας, με την αποστολή κλιμακίου της Βουλής για την ενημέρωση του γερμανικού και των άλλων κοινοβουλίων. Έγερση του ζητήματος στο Συμβούλιο της Ευρώπης, τον Ο.Η.Ε. και σε άλλα διεθνή fora.

– Ανασύσταση με ενισχυμένη εντολή του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου που διαλύθηκε με το Ν.Δ. 4016/1959, ενώ το 1975, με απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή, πολτοποιήθηκε το τεράστιο αρχείο του Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου το οποίο είχε ιδρυθεί το 1945.

– Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη Μη Εφαρμογή του Θεσμού της Παραγραφής επί Εγκλημάτων Πολέμου και Εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας της 26ης Νοεμβρίου 1968.

-Προκειμένου δε να αρθούν τα συνταγματικά εμπόδια (Άρθρο 28, παράγραφος 1 Συντάγματος) για τις διεκδικήσεις των θυμάτων, να θυμίσω ότι εκφράζοντας τη βούληση της Διακομματικής Επιτροπής, στις 13.2.2019, στο πλαίσιο της συζήτησης για τη συνταγματική αναθεώρηση, κατέθεσα ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 28,  ώστε να αρθεί το κώλυμα της ετεροδικίας, πράγμα που στερεί από τα θύματα της Τριπλής Κατοχής το δικαίωμα στο φυσικό δικαστή.

 

Επίσης μπορούμε να εξετάσουμε την περίπτωση προσφυγής στο ΔιαιτητικόΔικαστήριο του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.

 

WordPress theme: Kippis 1.15